Κυ¹ριακό: Ιστορικά διδάγματα και μύθοι

 

(Άρθρο του Ραφαήλ Πα¹αδό¹ουλου, ομότιμου καθηγητής Θερμοδυναμικής, γενικού γραμματέα της εν Λονδίνω Ελληνικής Αντιδικτατορικής  Ε¹ιτρο¹ής (1967-1974), ¹ου δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα του Λονδίνου ÇΕλευθερίαÈ στις 19.11.08)

 

 

Η υ¹οκατάσταση της Ιστορίας α¹ό μύθους, ¹ου συχνά βρίσκουν έκφραση σε Çε¹οικοδομητικές ασάφειεςÈ καθώς και στην υιοθέτηση ορολογίας και συνθημάτων ¹ου είναι τελείως  αταίριαστα, μας  έχει στοιχίσει ανυ¹ολόγιστα. Η ιστορίας του Κυ¹ριακού είναι ¹λούσια σε τέτοια ¹αραδείγματα α¹Õ τα ο¹οία ¹ρέ¹ει να διδαχθούμε. 

                 

Οι βασικές ¹αράμετροι του Κυ¹ριακού ¹ροβλήματος διαμορφώθηκαν α¹Õ την α¹οικιακή δύναμη στη δεκαετία του Õ50 με τρό¹ο ¹ου δεν άφηνε ¹εριθώρια για σταθερότητα και αρμονική συμβίωση των δύο εθνικών κοινοτήτων. Αντίθετα ε¹ιδιώχθηκε η ανταγωνιστική ρευστότητα ¹ου εξυ¹ηρετεί τη δοκιμασμένη τακτική του Çδιαίρει και βασίλευεÈ η ο¹οία α¹οκορυφώθηκε ¹ροκλητικά στη διάρκεια του α¹ελευθερωτικού αγώνα.

ΜÕ αυτήν την έννοια οι Συνθήκες του 1959 εκφράζουν και εξυ¹ηρετούν την ίδια ¹ολιτική. Το δοτό Σύνταγμα της Ζυρίχης θεσμοθέτησε το διαχωρισμό των δύο κοινοτήτων και, στο όνομα της ¹ροστασίας της μειονότητας, δημιούργησε δύο κατηγορίες ¹ολιτών στη βάση της εθνικής και θρησκευτικής τους ταυτότητας. Και σκό¹ιμα θυσίασε τη λειτουργικότητα του κράτους στο βωμό των, υ¹ερβολικών και χωρίς ¹ροηγούμενο, ¹ρονομίων  της μειονότητας για την ¹εριφρούρηση των ο¹οίων χρειαζόταν τα ε¹εμβατικά δικαιώματα των αυτοκλήτων ÇΕγγυητικών ΔυνάμεωνÈ.

Το συμ¹έρασμα α¹Õ την ιστορία των Συνθηκών του 1959 και τα γεγονότα ¹ου ακολούθησαν δεν μ¹ορεί να είναι άλλο α¹Õ το ότι η ελληνική υ¹ογραφή κάτω α¹Õ τις Συνθήκες εκείνες εκφράζει με εύγλωττο τρό¹ο την έκταση του εκβιασμού και τα όρια της ÇανεξαρτησίαςÈ της εξουθενωμένης, και υ¹οτελειακά εξαρτημένης α¹Õ τους Αγγλοαμερικανούς, Ελλάδας της δεκαετίας του Õ50.

                  Η α¹ογοήτευση ¹ου ¹ροκάλεσε σÕ ένα μεγάλο τμήμα του κυ¹ριακού Ελληνισμού  η κατÕ ευφημισμόν ανεξαρτησία δεν βοήθησε βέβαια το νεόδμητο κράτος στα ¹ρώτα του βήματα. Δεν βοήθησε όμως ούτε και το ότι, στην ίδια ε¹οχή, ένα σημαντικό μέρος του χρόνου και της δραστηριότητας του ¹ρώτου Προέδρου της Κυ¹ριακής Δημοκρατίας είχε αφιερωθεί στην αντιμετώ¹ιση των διχοτομικών μεθοδεύσεων των Άγγλων και των Τούρκων. Το α¹οκορύφωμα των μεθοδεύσεων αυτών ήταν η α¹οχώρηση των Τουρκοκυ¹ρίων α¹Õ την κυβέρνηση.

Οι διακοινωνικές συγκρούσεις ¹ου ακολούθησαν και η μετάβαση α¹Õ το κράτος του 1960 σÕ αυτό του 1964 συνιστούν μια μετεξέλιξη με κύριο χαρακτηριστικό την εντατικο¹οίηση της αστάθειας και της ανταγωνιστικής ρευστότητας ¹ου, σε μεγάλο βαθμό, ¹ροετοίμασε το έδαφος για την μετεξέλιξη ¹ου δρομολογήθηκε με την τουρκική εισβολή.

                   

Η ερμηνεία των ιστορικών γεγονότων δεν μ¹ορεί βέβαια να έχει την ακρίβεια της μαθηματικής ε¹ιστήμης. ΠαρÕ όλα αυτά μ¹ορεί, αρκετά εύλογα, να υ¹οστηριχθεί ¹ως το Αγγλοτουρκικό δίδυμο είδε το κράτος του 1960 σαν μεταβατικό σταθμό ¹ρος τον τελικό του στόχο ¹ου ήταν η διχοτόμηση του νησιού. Ακόμα και με α¹εριόριστη καλή θέληση κι α¹Õ τις δύο κοινότητες – αν υ¹οθέσουμε  ¹ως υ¹ήρχε – οι Συνθήκες του 1959 δεν θα λειτουργούσαν γιατί κάτι τέτοιο δεν ήταν στις ¹ροθέσεις αυτών ¹ου τις εμ¹νεύστηκαν οι ο¹οίοι – σαν ÇεγγυητέςÈ – είχαν την ε¹ο¹τεία της εφαρμογής των.

Αυτό όμως δεν σημαίνει ¹ως η τουρκική εισβολή ήταν ¹ροδιαγεγραμμένη ή ανα¹όφευκτη ούτε ¹ως η σύνδεση ¹ου γίνεται ανάμεσα στο ¹ραξικό¹ημα για την ανατρο¹ή του Μακαρίου και την εισβολή δεν ήταν δικαιολογημένη. Εκείνο ¹ου είχε ¹ροα¹οφασιστεί και ε¹ιδιώκετο ήταν η καταστροφή του κράτους του 1960 ενώ το χρονοδιάγραμμα και ο τρό¹ος της καταστροφής δεν μ¹ορούσε ¹αρά να αφεθεί στη διακριτική εξουσία των α¹ρόβλε¹των και μεθοδευμένων γεγονότων. Και είναι σÕ αυτό το σημείο, κυρίως στην α¹ρόβλε¹τη ¹λευρά των γεγονότων, ¹ου οι ευθύνες της δικής μας ¹λευράς είναι α¹ό σημαντικές μέχρι καθοριστικές. Μερικές α¹Õ τις ε¹ιλογές μας, μετά τη Ζυρίχη αλλά και μετά το 1974, όχι μόνο διευκόλυναν στην ε¹ιτυχία των μεθοδεύσεων εις βάρος μας αλλά έκαναν τις συνέ¹ειές τους ιδιαίτερα οδυνηρές για μάς.

                   

Στο τέλος της δεκαετίας του Õ90 οι διεθνείς συνθήκες αλλά κυρίως η θέση και οι δυνατότητες του ελληνισμού-ήταν γενικά ¹ολύ καλύτερες σε σύγκριση με αυτές της δεκαετίας του Õ50. Η θέση της Κυ¹ριακής Δημοκρατίας στην Ευρω¹αϊκή Ένωση είχε εξασφαλιστεί α¹Õ το 1995 όταν το Συμβούλιο Υ¹ουργών της Ε.Ε. διεκήρυξε ¹ως η λύση του ¹ολιτικού ¹ροβλήματος δεν είναι ¹ροϋ¹όθεση για την ένταξη και καθόρισε συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα για την έναρξη ενταξιακών δια¹ραγματεύσεων με την Κυ¹ριακή Δημοκρατία. Εκτός α¹Õ αυτό υ¹ήρχε η δήλωση της Ελληνικής κυβερνήσεως – αλλά και το ψήφισμα της Βουλής των Ελλήνων – ¹ως δεν θα ε¹ικυρώσει τη διεύρυνση της Ε.Ε. αν δεν ¹εριλαμβάνεται σÕ αυτή η Κυ¹ριακή Δημοκρατία. Με αυτό τον τρό¹ο η ένταξη της Κύ¹ρου είχε άρρηκτα συνδεθεί με την ¹ρος ανατολάς διεύρυνση της Ε.Ε. για την ο¹οία ε¹ίεζαν οι Η.Π.Α. – και οι το¹οτηρητές τους στην Ε.Ε. – με σκο¹ό να εκτροχιαστεί η ¹ολιτική ενο¹οίηση της Ευρώ¹ης.

                 

Μ¹ροστά σÕ αυτά τα δεδομένα η τότε ¹ολιτική ηγεσία του Έθνους – στην Αθήνα και τη Λευκωσία – ε¹έλεξε να ¹ροσφέρει άνευ όρων και ορίων συνεργασία στη διαμόρφωση του σχεδίου Ανάν – στη μορφή ¹ου είχε τον Νοέμβριο του 2002 –  υιοθετώντας και ε¹αναλαμβάνοντας το μύθο των ασ¹όνδων φίλων ¹ως το σχέδιο ήταν Çιστορική ευκαιρία για την ε¹ανένωση της Κύ¹ρουÈ. Με αυτό τον τρό¹ο η δική μας ¹λευρά ενίσχυσε την εντύ¹ωση ¹ου σκό¹ιμα καλλιεργήθηκε τότε ¹ως το Σχέδιο Ανάν είχε ήδη γίνει α¹οδεκτό α¹Õ τις δύο ¹λευρές και ¹ως αυτό έμενε να γίνει ήταν η τυ¹ική ε¹ικύρωση της συμφωνίας στα δημοψηφίσματα. Αυτό με τη σειρά του ήταν η αφετηρία  για μια χωρίς ¹ροηγούμενο οικονομική και ¹ολιτική αναβάθμιση του ÇκράτουςÈ των κατεχομένων. Άνοιξε, εκτός α¹Õ τÕ άλλα, το δρόμο σε οικοδομικό οργασμό με μαζικό σφετερισμό των ελληνικών ¹εριουσιών αλλά και  στη συμμετοχή του ÇκράτουςÈ σε διεθνείς οργανισμούς με την ιδιότητα του Çτουρκικού συνιστώντος κράτουςÈ της Κύ¹ρου.

                   

Το α¹οτέλεσμα του δημοψηφίσματος του 2004 α¹οκάλυψε το χάσμα ανάμεσα στις ¹ερί ε¹ανενώσεως και άλλων τινών αντιλήψεις της τότε ¹ολιτικής ηγεσίας και αυτών της μεγάλης ¹λειοψηφίας του εκλογικού σώματος. Το έλλειμμα αξιο¹ιστίας ¹ου ¹ροέκυψε ήταν σοβαρό και η ατμόσφαιρα στους Διεθνείς οργανισμούς – και ιδιαίτερα στην Ε.Ε. –ήταν δυσάρεστη. Πολλοί α¹ό τους φίλους μας στην Ευρώ¹η – οι ο¹οίοι, ό¹ως ο τότε ¹ρωθυ¹ουργός της Ελλάδος, δεν διάβασαν το Σχέδιο Ανάν αλλά βασίστηκαν στις διαβεβαιώσεις των αρμοδίων της δικής μας ¹λευράς – διερωτήθηκαν ǹού το ¹άμεÈ. Οι άσ¹ονδοι φίλοι μας κατηγόρησαν την ηγεσίας μας για αναξιο¹ιστία, του Έλληνες της Κύ¹ρου για ¹λεονεξία, ρατσισμό και άλλα τινά και ξεκίνησαν συστηματική ¹ροσ¹άθεια για α¹ενοχο¹οίηση της Τουρκίας και αναβάθμιση του ÇκράτουςÈ των κατεχομένων.

 

Η σοβαρότητα και ο διαχρονικός χαρακτήρας των συνε¹ειών α¹ό τη στάση της ηγεσίας μας στο Σχέδιο Ανάν αντανακλάται με σαφήνεια στις α¹Õ ευθείας συνομιλίες. Α¹Õ τη μια μεριά η τουρκική ¹λευρά έχει ¹εριχαρακωθεί στη Γραμμή Ανάν και δεν φαίνεται ¹ιθανό ¹ως θα μετατο¹ιστεί ουσιαστικά τουλάχιστον σÕ αυτή τη χρονική συγκυρία. Α¹Õ την άλλη ο Πρόεδρος Χριστόφιας, για λόγους αρχής αλλά και ¹ρακτικούς, δεν μ¹ορεί – κι αν ακόμα το ήθελε ¹ου είναι ¹ολύ αμφίβολο – να ¹λησιάσει τη Γραμμή Ανάν γιατί ¹ρέ¹ει να κινηθεί κοντά στο λαϊκό αίσθημα ό¹ως α¹οτυ¹ώθηκε στο δημοψήφισμα του 2004. Κατά συνέ¹εια, και ανεξάρτητα α¹ό τη χρησιμότητα των α¹Õ ευθείας  συνομιλιών, τα ¹εριθώρια για αισιοδοξία αναφορικά με την κατάληξή τους είναι ¹εριορισμένα. Το ¹ιθανότερο είναι ¹ως θα ¹εριέλθουν σε στασιμότητα και σύντομα, ίσως ¹ριν α¹ό το τέλος του χρόνου, θα ασκηθούν ¹ιέσεις για χρονοδιάγραμμα και κά¹οιας μορφής ε¹ιδιαιτησία.

Η ελ¹ίδα είναι ¹ως αυτή τη φορά θα αντιδράσουμε σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο με διαμορφωμένες ¹ροτάσεις ¹ου διαγράφουν τα ¹λαίσια της ευρω¹αϊκής λύσεως ¹ου α¹ό χρόνια διακηρύσσουμε ¹ως είναι η ε¹ιδίωξή μας. Και θα ¹ρέ¹ει να εξηγήσουμε γιατί οι τουρκικές αξιώσεις, ¹ου αντιγράφουν το Σχέδιο Ανάν, δεν είναι συμβατές με τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας και τις αρχές Δικαίου της Ευρω¹αϊκής Ενώσεως. Και θα ¹ρέ¹ει να ε¹αναλάβουμε την υ¹ενθύμιση ¹ως σε μια δημοκρατική χώρα η έξωθεν ε¹ιβολή Συντάγματος δε συνιστά ÇΣυνταγματική νομιμότηταÈ και δεν είναι ανεκτή η ÇεγγύησηÈ της ¹αρανομίας με την ¹αρουσία ξένων στρατών.