Το κύρος των δικαστών και η διαδικασία ε¹ιλογής τους

 

(Ε¹ιστολή του Ραφαήλ Μεν. Μαϊό¹ουλου, ¹ου δημοσιεύτηκε στην ÇΚαθημερινή στις 14.4.2010)

 

Ας μου ε¹ιτρα¹ούν δύο ¹αρατηρήσεις ¹άνω στο άρθρο του κ. Πάσχου Μανδραβέλη με τίτλο ÇΟ φόβος των δικαστώνÈ (ÇΚÈ 9.2.2010).

 

α) Οι δικαστές του Ανωτάτου Δικαστηρίου των ΗΠΑ ορίζονται α¹ό τον Πρόεδρο και όχι α¹ό τη Γερουσία των ΗΠΑ, ό¹ως αφήνει να εννοηθεί ο κ. Μανδραβέλης γράφοντας: ÇΣε αντίθεση με τους Αμερικανούς συναδέλφους τους (οι Έλληνες δικαστές) ¹ροτιμούν την αδιαφανή ε¹ιλογή α¹ό την εκάστοτε κυβέρνηση, άσχετα αν η ζωή α¹έδειξε ότι αυτή ε¹ιλογή ¹λήττει το κύρος της δικαιοσύνης. Εξάλλου η ενδελεχής εξέταση α¹ό την αρμόδια ε¹ιτρο¹ή της Γερουσίας των δικαστών στις ΗΠΑ δεν μειώνει το κύρος των δικαστώνÈ.

Η Γερουσία α¹λώς ε¹ικυρώνει τον διορισμό του δικαστή ¹ου ο Πρόεδρος όρισε, ή αρνείται την ε¹ικύρωση, ο¹ότε ο Πρόεδρος ορίζει άλλο δικαστή και η διαδικασία της ε¹ικύρωσης ε¹αναλαμβάνεται (για ¹αράδειγμα, το 1969 ο ¹ρόεδρος Νίξον όρισε ως μέλος του Ανωτάτου Δικαστηρίου τον Κλέμεντ Χέυνσγουορθ και, στη συνέχεια, όταν αυτός α¹ορρίφθηκε α¹ό τη Γερουσία, τον Γ. Χάρολντ Κάρσγουελ και, τελικά, μετά την α¹όρριψη και αυτού, τον Χάρυ Μ¹λάκμαν, ¹ου έγινε α¹οδεκτός α¹ό την Γερουσία).

Ας σημειωθεί ότι τα μέλη του Ανωτάτου Δικαστηρίου των ΗΠΑ είναι ισόβια και μόνο με τη διαδικασία της καθαίρεσης α¹ό τo Κογκρέσο (impeachment) είναι δυνατή η α¹ομάκρυνσή τους α¹ό τη θέση του Δικαστή (μέχρι σήμερα ένας μόνο δικαστής, το 1805, καθαιρέθηκε α¹ό τη Βουλή των Αντι¹ροσώ¹ων και αθωώθηκε στη συνέχεια α¹ό τη Γερουσία).

 

β) Στις ΗΠΑ (στις ο¹οίες αναφέρεται ο κ. Μανδραβέλης), αλλά και σÕ όλες τις ¹ροηγμένες χώρες στην Ευρώ¹η και αλλού, κανείς δεν διανοείται να θέσει το (ρητορικό) ερώτημα: ÇΠοια α¹όφαση του ¹ροέδρου ή του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου για ¹ράξη υ¹ουργού δεν θα αμφισβητηθεί, αφού αυτός έχει διοριστεί α¹ό αυτόν τον υ¹ουργό;È.

 

ΣÕ όλες αυτές τις χώρες θεωρείται φυσικό δικαστές και ¹ολιτικοί να τηρούν την α¹αίτηση της κοινωνίας:

- οι δικαστές να α¹οφασίζουν με μοναδικό γνώμονα τον Νόμο και τη συνείδησή τους, αγνοώντας ǹροσδοκίεςÈ  των ¹ολιτικών (αυτών ǹου τους έχουν διορίσειÈ ή άλλων), ¹ολιτικές σκο¹ιμότητες, δημοσκο¹ήσεις κ.τ.τ.

- οι ¹ολιτικοί να σέβονται τις α¹οφάσεις των δικαστών και να μην αναμένουν α¹Õ αυτούς να ικανο¹οιήσουν τις ǹροσδοκίεςÈ τους.

 

Στο ¹λαίσιο της κοινωνικής αυτής α¹αίτησης, δικαστές τιμώρησαν τον ¹ρόεδρο Κλίντον με χρηματικό ¹ρόστιμο και έκριναν την ¹ροεδρική εκλογή του 2000, στις ΗΠΑ, υ¹οχρέωσαν τον ¹ρωθυ¹ουργό Μ¹λερ να ανακριθεί α¹ό αστυνομικούς, στη Βρεττανία, ανέκριναν τον ¹ρόεδρο Σιράκ και τον ¹ρωθυ¹ουργό Βιλ¹έν, στη Γαλλία, δίκασαν τον ¹ρωθυ¹ουργό Αντρεότι, στην Ιταλία, ανέκριναν τον ¹ρόεδρο Κατσάβ και τον ¹ρωθυ¹ουργό Όλμερτ, στο Ισραήλ, É

Και, στο ίδιο ¹λαίσιο, ουδείς  α¹ό τους ¹ολιτικούς αυτούς (ή α¹ό τα ΜΜΕ) αμφισβήτησε τις ¹ροθέσεις των δικαστών, εκφράστηκε ανοίκεια γιÕ αυτούς, τους ύβρισε ή τους ειρωνεύθηκε.

Αυτή η ¹αράδοση σεβασμού των ¹ολιτικών (και των ΜΜΕ) ¹ρος τους δικαστές
–κοινή σÕ όλες τις ¹ροηγμένες χώρες–  μαζί με την εντιμότητα και ε¹αγγελματική ε¹άρκεια των τελευταίων, είναι ¹ου εξασφαλίζει το κύρος των δικαστών, και όχι η –διαφορετική σε κάθε χώρα– διαδικασία ε¹ιλογής τους.